Η δουλεία των ειδώλων.
Η ειδωλολατρία ή ο Χριστιανισμός διαπλάθουν πιστούς δούλους ή ελεύθερους, θα πρέπει να εξετάσουμε αν ο "Θεός" (ή οι "θεοί") τους είναι οι ίδιοι "δούλοι" ή "ελεύθεροι".
Μπορεί αν το θελήσει ο Θεός να μην είναι... Θεός; Αν ναι, τότε καταργεί τη θεϊκή ουσία του, που τον προσδιορίζει ως αιώνιο και αναλλοίωτο... Αν όχι, δεν είναι ελεύθερος ούτε και παντοδύναμος! Και μερικά άλλα ερωτήματα που προκύπτουν από τον παραπάνω προβληματισμό: Είναι δούλοι, οι «δούλοι του Θεού» Χριστιανοί; Πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ο πιστός ενός μη ελεύθερου θεού; Είναι θεϊκές ή δαιμονικές οντότητες οι αρχαίοι θεοί;
Η σκόπιμη σύγχυση που καλλιεργείται με συγκεκριμένη πρόθεση κι από συγκεκριμένους κύκλους τείνει να γενικευθεί στα πλαίσια της ελληνικής πνευματικής ζωής. H σύγχυση αυτή αφορά, επιλεκτικά, κυρίως τον ιστορικό βίο του Ελληνισμού, με αποτέλεσμα οι Ελληνες - κυρίως οι νέοι - να μην γνωρίζουν ποια ακριβώς παρακαταθήκη καλούνται να κληρονομήσουν και εν συνεχεία να κληροδοτήσουν.
Σύμπτωμα αυτής της σύγχυσης είναι και η απλουστευτική συγκριτική εξέταση της αρχαίας ειδωλολατρίας με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό και μάλιστα με τα πνευματικά κριτήρια που καθιέρωσε το κίνημα του Διαφωτισμού.
Μάλιστα στο πρόσφατο συμπόσιο που οργάνωσε το ΤΜ, επιχειρήθηκε από ακαδημαϊκά χείλη με παραδειγματολογικό τρόπο να ψεγεί ο Χριστιανισμός επειδή καλλιεργεί στους πιστούς του τη συνείδηση του «δούλου του Θεού». Είναι βέβαια περιττό να τονιστεί ότι τέτοιου είδους όροι συχνά παρελήφθησαν από την ειδωλολατρική ιερολογία και διατρέχουν πλήθος κειμένων της αρχαίας γραμματείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ακόλουθοι στίχοι από τον Οιδίποδα Τύραννο, με τους οποίους ο Τειρεσίας απευθύνεται στον Οιδίποδα: «ου γαρ τι σοι ζω δούλος, αλλά Λοξία»... (γιατί δεν ζω ως δούλος δικός σου αλλά του Λοξία)!
Προσπερνώντας τέτοιου είδους απλουστεύσεις, για να καθορίσουμε με σαφήνεια το ήθος που καλλιεργεί μία θρησκεία στους πιστούς της οφείλουμε πρωτίστως να διερευνήσουμε το ήθος της θεότητας που αυτή η θρησκεία διαννοεί. Με άλλα λόγια, το ήθος του πιστού τείνει να υλοποιήσει το στερεότυπο της θεότητας στην οποία αυτός αποθέτει τη συνείδηση του!
Για να απαντήσουμε λοιπόν ευθέως, αν και κατά πόσο, η ειδωλολατρία ή ο Χριστιανισμός διαπλάθουν πιστούς δούλους ή ελεύθερους, θα πρέπει να εξετάσουμε αν ο "Θεός" (ή οι "θεοί") τους είναι οι ίδιοι "δούλοι" ή "ελεύθεροι".
Συγκριτική βάση στην εξέταση μας, εφ' όσον αναφερόμαστε στην ελληνική πραγματικότητα, είναι από την πλευρά του Χριστιανισμού, η Ορθοδοξία και από την πλευρά της ειδωλολατρίας, η Ολυμπιακή θρησκεία.
Τι είναι ελευθερία
Διερευνώντας τις θρησκευτικές αντιλήψεις των Αρχαίων - και ειδικά αναφορικά με το πρόβλημα της ελευθερίας - θα διαπιστώσουμε ότι αγγίζουμε ένα θέμα που είχε ήδη προκαλέσει οξύτατες και συνεχείς αντιπαραθέσεις ήδη από τους κλασσικούς χρόνους.
Τόσο η ομηρική "θεολογία" όσο και η θεογονία του Ησιόδου αν εξεταστούν επισταμένα (όπως έκαναν ήδη οι Σοφιστές) εγκλείουν τις ακόλουθες αντιφάσεις σε φιλοσοφικό επίπεδο: οι θεοί του Ολύμπου προβάλλονται ως παντοδύναμοι, ωστόσο ποικίλα χωρία στον Όμηρο προϋποθέτουν την ύπαρξη μίας "κοσμικής τάξης" - μίας μοίρας (αίσα) - που ούτε ο Δίας είναι δυνατόν να παραβιάσει ατιμώρητος!
Με άλλα λόγια ο κορυφαίος των θεών και των ανθρώπων είναι δέσμιος όρων τους οποίους οφείλει να υπακούει, για να μην αυτοκαταργηθεί... Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή την παντοδύναμη Μοίρα αναγνωρίζει ως κοινή για θεούς και ανθρώπους και ο Πλάτων.
H επισήμανση ότι «αυτή η θεολογική θέση απηχεί στους Θεούς την ελληνική αντίληψη του μέτρου και την προσπάθεια για "αποφυγή της ύβρεως"» δεν μεταβάλλει στο ελάχιστον την πεπερασμένη σύλληψη της θεότητας που υποβαθρώνει.
Είναι ο Θεός ελεύθερος να μην είναι θεός;
Εκτός όμως από αυτή την εξωτερική δέσμευση, ο Δίας και γενικά οι ειδωλολατρικοί θεοί υφίστανται και μία εσωτερική δέσμευση πολύ πιο ουσιώδη και καταλυτική: H απόλυτη ελευθερία της θεότητας εγκρύπτει τον έσχατο κίνδυνο του αναγκαστικού μονισμού που τελικά προκύπτει αντιφατικός με τον απόλυτο χαρακτήρα αυτής της ελευθερίας!
Δηλαδή: η μοναδικότητα της θείας ουσίας υποχρεώνει τον θεό στο ρόλο του, δηλαδή να είναι η θεουργός δύναμη. Με άλλα λόγια, κανείς ειδωλολατρικός θεός δεν μπορεί να μην είναι θεός! Ο ίδιος είναι δέσμιος των προϋποθέσεων και "προδιαγραφών" της ουσίας του και του ρόλου του.
Από αυτές τις δύο πρωταρχικές δεσμεύσεις προκύπτουν πλήθος άλλες, ως λογικές συνέπειες. Για παράδειγμα ο Δίας είναι βέβαια πάνω από την ροή του χρόνου, αλλά δεν είναι έξω από το χρόνο. Δεν γερνάει, αλλά δημιουργήθηκε εντός χρόνου και γι' αυτό οι πράξεις του υφίστανται τη φθορά του. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τον "Προμηθέα Δεσμώτη" του θεολογικότατου Αισχύλου, τα λόγια με τα οποία ο τιτάνας Προμηθέας απευθύνεται στον Ερμή, ιδεολογικό φερέφωνο του Δία:
Νέον νέοι κρατείτε και δοκείτε δη /Ναίειν απενθή πέργαμ.
ουκ εκ τώνδε εγώ / δισσούς τυράννους εκπεσόντας ησθόμην;
Τρίτον δε τον νυν κοφανούντ' επόψομαι. / αίσχιστα και τάχιστα
(Νέοι με νέα εξουσία και νομίζετε ότι κατοικείτε σε παλάτια που δεν τα φτάνει το πένθος· δεν είδα εγώ δύο τυράννους να διώχνονται από αυτά; και τρίτον θα δω, αυτόν που τώρα εξουσιάζει αισχρότατα και πολύ γρήγορα).
Όποιος διαβάζει με ορθάνοιχτα μάτια κατανοεί ότι ο Προμηθέας - Τιτάνας αυτός παλαιότερος από τον Δία - απειλεί τον νέο βασιλιά των θεών, προμαντεύοντας την επικείμενη πτώση του. Αξίζει μάλιστα να υπογραμμισθεί όχι την ίδια τύχη, την υποκείμενη στον ιστορικό χρόνο, είχαν και οι προπάτορες του Δία, Ουρανός και Κρόνος!
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι, νομοτελειακά, η αρχαία ειδωλολατρία είναι ανίκανη να διαπλάσει ήθος ελεύθερου ανθρώπου γιατί τα βασικά συστατικά της θεότητας που προβάλλει ως πρότυπο δεν θεμελιώνονται στο ιδανικό της ελευθερίας. Αντιθέτως, οι θεότητες των αρχαίων εκπροσωπούν ακράτως ανθρωπομορφικά το δράμα και την αντίφαση που βιώνει εγκλωβισμένη στο χωροχρόνο η ανθρώπινη ψυχή.
Αυτές οι αντιφάσεις που εγκλείει η ειδωλολατρική σύλληψη της θεότητας δεν ήταν δυνατόν να διαφύγουν από τη χριστιανική φιλοσοφική και θεολογική σκέψη των πρώτων αιώνων.
Οι Πατέρες - κυρίως οι Καππαδόκες - γνωρίζοντας σε βάθος την αρχαία ελληνική σκέψη είχαν συλλάβει τον νομοτελειακώς υπόδουλο χαρακτήρα μιας τέτοιας θεότητας και προσπάθησαν να ερμηνεύσουν με το ελληνικό φιλοσοφικό τους οπλοστάσιο την Αγία Γραφή, ώστε διαμορφώνοντας λεκτικά το δόγμα της τριαδικότητας να λύσουν το «δράμα» της θείας ουσίας και την τραγωδία της, δέσμιας σε αυτήν, ανθρώπινης ψυχής.
Διαπίστωσαν λοιπόν ότι στην Αγία Γραφή και συγκεκριμένα στην Καινή Διαθήκη ο Θεός είχε επιλέξει να εμφανίσει στοιχεία Του άγνωστα στον προχριστιανικό κόσμο. Συγκεκριμένα, σε πλείστα χωρία υπήρχαν διάσπαρτες αναφορές σε μία πληθυντική θεότητα, που αν και ουσιωδώς είναι μία, εκπροσωπείται με τρεις τρόπους ή αλλιώς τριχοτομείται σε επίπεδο ύπαρξης.
Η ορθόδοξη πατερική σκέψη για πρώτη φορά στην ιστορία της θεολογίας συνέλαβε την θεότητα όχι ως ουσία αλλά ως υπόσταση. Ακολούθως, για πρώτη φορά στην ιστορία της φιλοσοφίας, αντελήφθη τον άνθρωπο όχι ως άτομο, αλλά ως πρόσωπο.
Οι ειδωλολατρικές θεότητες δεν είναι πρόσωπα. Ενεργούν και πραγματώνονται ως Ανθρωποι και αυτή είναι η αιτία της φευγαλέας ψευδαίσθησης ότι αποκτούν πρόσωπο, με τη φιλοσοφική έννοια του όρου (ελευθερία, αυτοσυνειδησία - ετεροσυνειδησία). Ο Ανθρωπος της αρχαιότητας δεν είναι πρόσωπο στην πληρότητα του όρου, αφού είναι υποκείμενος στις διαστάσεις της φθοράς, όπως πολύ σωστά είχε επισημάνει ο Αριστοτέλης. Είναι ο Άνθρωπος της χριστιανικής εποχής που κατέχει πλέον τη μέθοδο να γίνει πρόσωπο, αν το θελήσει.
Το δόγμα βέβαια της τριαδικότητας αποτελεί πρωταρχικό βήμα για μία νέα σχέση Θεού-Ανθρώπου αλλά και Ανθρώπου-Κόσμου, αφού μεταθέτει τον κρισιμότατο οντολογικό προβληματισμό για την ουσία του πρωταρχικού όντος (Θεού) αλλά και των υπολοίπων όντων, από το "τι" (είναι) στο "πώς" είναι, δηλαδή από την ίδια την ουσία, στην ύπαρξη.
Παρόλα αυτά, ακόμη δεν αίρεται η θεμελιακή αντινομία που εγκρύπτει η ελευθερία του Θεού:
«ο Θεός δύναται όλα όσα θέλει, αλλά δεν θέλει όλα όσα δύναται». Μπορεί ωστόσο να μην είναι Θεός; Η ελευθερία της ύπαρξης Του (θεϊκή ελευθερία) δεν περιορίζεται από την αναγκαιότητα της (θεϊκής επίσης) ουσίας του;
Η πατερική σκέψη διακηρύττει ότι η ουσία του Θεού αυτή καθεαυτή, και άγνωστη είναι και δυνητικά ασύλληπτη, για τον άνθρωπο. Η ύπαρξη του ωστόσο - και συγκεκριμένα οι τρεις υποστάσεις της ουσίας αυτής - όσο έχουν αποκαλυφθεί στους ανθρώπους, δεν υποχρεώνονται να εκπροσωπούν την θεότητα. Το επιθυμούν ελεύθερα.
Η βούληση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας πειστικής επιχειρηματολόγησης, αλλά αποτέλεσμα της Αγάπης που τα συνδέει και τα συνέχει. Έτσι αποκτά το ουσιαστικό της περιεχόμενο η περίφημη φράση του Ιωάννη: «Ο Θεός αγάπη εστί...»
Με άλλα λόγια ο Θεός είναι, δηλαδή υπάρχει, μέσω της αγάπης.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί για την πατερική σκέψη ελάχιστη αξία έχει η πίστη σε έναν ή πολλούς θεούς, αφού όλοι είναι είδωλα - δηλαδή ανδράποδα - όταν δεν είναι πρόσωπα και υπακούουν σε εξωτερικούς ή εσωτερικούς καταναγκασμούς!
Για αυτό το λόγο, ούτε ο Θεός των Μωαμεθανών ούτε ο Θεός των Ιουδαίων είναι ο Χριστιανικός Θεός, ακόμη και αν οι Ιουδαίοι, ειδικά, χρησιμοποιούν την Παλαιά Διαθήκη!
H Ιουδαϊκή θεότητα είναι θεότητα «εντός» της Ιστορίας. Ο Χριστιανικός Θεός κείται πέρα από αυτήν!
H ορθόδοξη άποψη μάλιστα είναι ότι οποιαδήποτε προσπάθεια συνδιαλλαγής με το θείο, αν εμπεριέχει τη θέση ότι ο θεός δεν είναι πρόσωπο, αποτελεί βλασφημία και ουσιαστικά απευθύνεται σε δαιμονικές οντότητες! Εξ ου και η ορθόδοξη πεποίθηση όχι οι μουσουλμάνοι είναι... ειδωλολάτρες! Με άλλα λόγια, ως προς την Ουσία άγγελοι και δαίμονες είναι ίδιοι. Εκεί που διαφοροποιούνται πλήρως είναι στην Ύπαρξη - στο πώς υπάρχουν - και αυτό είναι το καθοριστικό. Η ίδια αυτή Ουσία είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσεγγιστεί νοητικά. Γιαυτό άλλωστε και η Ορθοδοξία αποφεύγει να συζητά περί της θείας Ουσίας.
Οι φληναφολογίες λοιπόν περί "ιουδαιοχριστιανισμού", επειδή στηρίζονται σε γνωστικούς ακρωτηριασμούς δεν προκαλούν οργή αλλά θυμηδία, ιδιαίτερα μάλιστα όταν διατυπώνονται επίσημα.
Είναι περιττό ίσως να τονιστεί ότι μόνον η πλήρης διαστροφή του Χριστιανικού πνεύματος είναι δυνατόν να οδηγήσει στην χρησιμοποίηση της Χριστιανικής θεολογίας ή θρησκείας για την διάπλαση δούλων. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε πρωτίστως στη Δύση και εισήχθη στην Ανατολή μας, όταν πλέον οι αντιστάσεις της ελληνικής πνευματικότητας είχαν ατονήσει (Τουρκοκρατία).
Επιλογικά, αξίζει να πιθανολογήσω και τούτο: οι αρχαίοι Ελληνες, λαός φιλόθρησκος και εν γένει ευσεβής, ίσως επειδή ακριβώς είχαν συλλάβει τονυποδουλωτικό χαρακτήρα του ειδωλολατρικού ήθους, δεν είχαν συμπεριλάβει τη συστηματική θεολογική κατάρτιση στα διάφορα κατά περιοχές εκπαιδευτικά συστήματα τους. Περιόρισαν τη θρησκευτική διαπαιδαγώγηση απλά στα όρια της κοινωνικής καθηκοντολογίας. Ουδέποτε ο παγανισμός υπήρξε λοιπόν φορέας ή εκφραστής της ελληνικής παιδείας! Ας μην ξεχνιόμαστε!
Είναι ο Απόλλων ελεύθερος; Η Αρχαία Ελληνική θρησκεία οριοθετεί τους θεούς της εντός του σύμπαντος, και άρα υποκείμενους στις νομοτέλειές του.
Αντίθετα ο Χριστιανισμός τοποθετεί τον Θεό εκτός του κόσμου, δηλαδή μη εξαρτώμενο από τις εγκόσμιες αναγκαιότητες. Πιστεύει δε ότι η απόδοση λατρείας ακριβώς σε οντότητες «μη ελεύθερες» οδηγεί αντίστοιχα σε μη ελευθερία.
Αλλά είναι φυσικό να προβάλει το εξής ερώτημα: Η λατρεία ενός παντελώς ελεύθερου όντος (θεού) κάνει τον Χριστιανό να μετέχει και ο ίδιος σ' αυτή την απόλυτη ελευθερία; Η ορθόδοξη άποψη δέχεται ότι με την άσκηση μπορεί κανείς να «θεωθεί» δηλαδή να ενωθεί με το θείο. Ποτέ όμως με τη θεία Ουσία, η οποία παραμένει απόμακρη ως ξεχωριστό πρόσωπο.
Η Τριαδική ελευθερία και η δουλεία των ειδώλων, Του καθηγητή Β. Μπακούρου.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό "Τρίτο Μάτι" Νο 76 τεύχος Μαρτίου 1999, σελ. 30, 31. Με την ευγενική άδεια του περιοδικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για να αποφευχθούν περιπτώσεις εμφάνισης υβριστικών σχολίων ή άλλων ποινικά κολάσιμων πράξεων, όλα τα σχόλια πριν δημοσιευτούν ελέγχονται. Παρακαλούμε μην αποστέλλετε πληροφορίες άχρηστες προς τη λειτουργία του συγκεκριμένου blog.
Τα μηνύματα είναι προσωπικές απόψεις των αποστολέων και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν τους δημιουργούς ή διαχειριστές της συγκεκριμένης σελίδας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.